Του Γιώργου Γκριτζάλα
Μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες φυσιογνωμίες που έχουν περάσει από Πρωθυπουργοί της χώρας, είναι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Στο παρόν πόνημα δε θα πέσω στον πειρασμό να σχολιάσω τη σχέση του με το Λαλιώτη ή αν έκανε καλά που δεν έβαλε τον Αντρέα φυλακή, αλλά θα προσπαθήσω με αντικειμενικά στοιχεία να...
παρουσιάσω το έργο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, με αφορμή τα σημερινά του γενέθλια (93 χρονών!) και τηρώντας και την υπόσχεση προς τον Γιώργο στο άρθρο μου για το έλλειμμα του 2009.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου του 1989 εκλέχθηκε με τη Νέα Δημοκρατία με ποσοστό 44,2% χωρίς να συγκεντρώσει αυτοδυναμία λόγω του εκλογικού συστήματος, το οποίο είχε αλλάξει προς το αναλογικότερο από την τελευταία κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1989 η Νέα Δημοκρατία εκλέγεται ξανά πρώτο κόμμα, με αυξημένο το ποσοστό της στο 46,19%, χωρίς και πάλι να συγκεντρώσει αυτοδυναμία, αλλά το 1990 κερδίζει τρίτη συνεχόμενη εκλογική αναμέτρηση με ποσοστό 46,88% και ορκίζεται Πρωθυπουργός με την οριακή πλειοψηφία των 152 βουλευτών, που παρά τις πιθανές συγκρίσεις με κυβερνήσεις του σήμερα δεν τον εμπόδισε να προχωρήσει σε βαθιά μεταρρυθμιστικό έργο.
«Δεν έχουμε περιθώρια, αλλά ούτε και δικαίωμα να συμβιβαστούμε. Γιατί αν συμβιβαστούμε, θα έχουμε αποτύχει [...] Τα χρόνια που έρχονται πρέπει να αποτελέσουν σταθμό για την ελληνική οικονομία. Μία οικονομία που παραλάβαμε παράλυτη και με 15 τρισεκατ. δραχμές χρέος [...] Θα εξυγιάνουμε την οικονομία ακόμα κι αν πρέπει να έλθουμε σε σύγκρουση με τις συντεχνίες». Αυτά είναι μερικά από τα λόγια της ιστορικής ομιλίας του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ το Σεπτέμβρη του 1990. Μία ομιλία που περιελάμβανε αναφορές και στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, το οποίο χαρακτηριζόταν από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη αναγκαίο για να διασωθούν από τη χρεοκοπία τα συνταξιοδοτικά ταμεία. Μάλιστα, συγκρούστηκε και με τους δημοσίους υπαλλήλους λέγοντας πως «όσοι προνομιούχοι των μονοπωλιακών κρατικών επιχειρήσεων αντιδρούν, ζητούν στην ουσία από τους άλλους φορολογούμενους, εργάτες, υπαλλήλους, βιοτέχνες, μικροεπαγγελματίες, να πληρώνουν για τις δικές τους εισφορές» ενώ ζητούσε επιτακτικά αποκρατικοποιήσεις, λέγοντας πως θα επεκταθούν στον ΕΟΤ, στις τράπεζες, στον χώρο της γεωργίας και στα διυλιστήρια. Η συγκεκριμένη ομιλία-σταθμός έκλεισε με τα μεγάλα έργα που κατασκεύαζε η κυβέρνησή του: Το μετρό, τον αγωγό φυσικού αερίου, την Εγνατία Οδό, τους εθνικούς αυτοκινητοδρόμους Αθηνών-Κορίνθου και Θεσσαλονίκης, το έργο του Ευήνου και τα έργα στην Θεσσαλονίκη.
Με βάση αυτή την ομιλία στη ΔΕΘ προχώρησε τα επόμενα χρόνια, παρά τις αντιδράσεις των Εβερτ-ικών στελεχών (τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης), μειώνοντας δραστικά το κράτος. Τι έκανε τότε η κυβέρνηση Μητσοτάκη; Απελευθέρωσε το τραπεζικό σύστημα, την εμπορία καυσίμων, το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων και την αγοράς των ενοικίων. Παράλληλα, καταργήθηκαν οι έλεγχοι τιμών στα αγαθά, με εξαίρεση τα φάρμακα.
Στο τεράστιο κράτος που παρέλαβε από την κρατικιστική λαίλαπα του Αντρέα Παπανδρέου, αψηφώντας το λαϊκισμό και τις αντιδράσεις που βλέπουμε ακόμη και σήμερα σε αντίστοιχες προσπάθειες, ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων μειώθηκε από 484.000 το 1989, σε 455.000 το 1993 [στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος]. Το 1991, τα έβαλε με το κράτος εν κράτη των ΠΑΣΟΚων συνδικαλιστών, αποκρατικοποιώντας τις αστικές συγκοινωνίες Αθηνών και μεταβιβάζοντας στον ιδιωτικό τομέα ή εκκαθαρίζοντας 66 προβληματικές επιχειρήσεις οι οποίες είχαν απορροφήσει από τον αλήστου μνήμης Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ) 1,3 τρισεκατομμύρια δραχμές. Την ίδια περίοδο, προχώρησε σε ιδιωτικοποιήσεις για 15 από τις 69 επιχειρήσεις που ανήκαν σε κρατικές τράπεζες, όπως για παράδειγμα τα Ναυπηγεία Ελευσίνας. Το «τίμημα» για αυτή την εξυγίανση πλήρωσε από τους δολοφόνους και του Παύλου Μπακογιάννη, ο Μιχάλης Βρανόπουλος, διοικητής επί εκείνων των ημερών της Εθνικής Τράπεζας, ο οποίος και δολοφονήθηκε από τη «δημοκρατική» 17Ν. Κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργικής του θητείας, υπογράφηκε η σύμβαση για το αθηναϊκό μετρό, οι συμβάσεις για την κινητή τηλεφωνία, απελευθερώθηκε το ωράριο (παρά τις συντεχνιακές αντιδράσεις και τις εσωκομματικές πιέσεις) και η κίνηση κεφαλαίων. Ειδικά μάλιστα η απόφαση για μετοχοποίηση του Ο.Τ.Ε. καθώς και η ιδιωτικοποίηση της ΑΓΕΤ – Ηρακλής προκάλεσαν την έντονη αντίδραση της αντιπολίτευσης του λαϊκισμού και του βολέματος. Το 1992, η κυβέρνηση επιχείρησε και πέτυχε τη σύναψη συμφωνίας με τον τέως Βασιλιά Κωνσταντίνο, η οποία προέβλεπε την απόδοση στο ελληνικό κράτος του μεγαλύτερου μέρους της, «επικαλούμενης», «Βασιλικής Περιουσίας».
Στις επιτυχίες της τριετίας Μητσοτάκη, συγκαταλέγεται η αποκρατικοποίηση μέσω εισαγωγής στο χρηματιστήριο της Βιομηχανίας Ζάχαρης, η μεταβίβαση του μάνατζμεντ της ΕΑΒ στην Λόκχιντ Μάρτιν, η ιδιωτικοποίηση της Olympic Catering, το λουκέτο σε παρεμβατικές επιχειρήσεις του Δημοσίου (ΠΡΟΜΕΤ κλπ) που νόθευαν τον ανταγωνισμό και αναλόγων υπηρεσιών του στενότερου δημόσιου τομέα όπως η ΜΟΜΑ και η ΣΥΚΕΑ. Ακόμη και το ’93 το έργο δεν σταμάτησε. Ψηφίστηκε νόμος που καταργούσε το κρατικό μονοπώλιο της ΔΕΗ στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, ετέθη σε εκκαθάριση η ΚΥΔΕΠ, έγιναν βήματα για την εξυγίανση των συνεταιρισμών (με τον έλεγχο των οικονομικών τους και την ανάληψη από το κράτος των χρεών, που είχαν προέλθει από άσκηση κοινωνικής πολιτικής ύστερα από παρότρυνση του κράτους), καταργήθηκε μερικώς το μονοπώλιο της Ολυμπιακής Αεροπορίας στις πτήσεις εσωτερικού, όπως και αυτό των ΕΛΤΑ, ενώ δημιουργήθηκε και το θεσμικό πλαίσιο για την δραστηριοποίηση του ιδιωτικού τομέα στην λειτουργία καζίνων και μαρίνων, που μέχρι τότε ήταν κρατικά μονοπώλια. Τέλος, είχαμε την εξυγίανση των λιπασμάτων.
Για την εξυγίανση της οικονομίας, ξεκίνησε η τομή στο ασφαλιστικό σύστημα με τρεις διαδοχικές παρεμβάσεις (1990, 1991, 1992), που έθεσαν τις βάσεις για την ύπαρξη του συστήματος για την επόμενη εικοσαετία. Αξίζει να σημειωθεί πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν η πρώτη, (από δημιουργίας του ασφαλιστικού συστήματος στην Ελλάδα), που τόλμησε να παρέμβει εξυγιαντικά στη λειτουργία του.
Επειδή μάλιστα τον τελευταίο καιρό όλοι αρέσκονται στο να μεταφράζουν οποιαδήποτε πολιτική κίνησε σε νούμερα, κατά την διάρκεια της πρωθυπουργίας Μητσοτάκη και με υπουργό Εθνικής Οικονομίας το Στέφανο Μάνο, μειώθηκε δραστικά το έλλειμμα του προϋπολογισμού, από 19,8% το 1990, σε 13,8% το 1993. Μάλιστα, αν χρησιμοποιούνταν η σημερινή μεθοδολογία μέτρησης που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση με τη σύμφωνη γνώμη της ΕΕ (που υπολογίζει τις κεφαλαιακές μεταβιβάσεις, τις κεφαλαιοποιήσεις των τόκων και την εξυγίανση στο ασφαλιστικό σύστημα), το νούμερο αυτό θα ήταν στο 8,8%! Όσον αφορά τον πληθωρισμό, είχαμε μείωση από 22% το 1990 σε 12% το 1993 και αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος της Ελλάδας, (ως ποσοστό του αντίστοιχου μέσου όρου της ΕΕ), από 57,4% το 1990 σε 64,2% το 1993 [στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής].
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν περιορίστηκε όμως στην εσωτερική αναδιάρθρωση. Τον Ιούλιο του 1991 πραγματοποιήθηκε η πρώτη, μετά 32 χρόνια, επίσημη επίσκεψη Αμερικανού Προέδρου (George Bush) στην Ελλάδα, ενώ τον Ιούνιο του 1990, επισκέφτηκε ο ίδιος τις Ηνωμένες Πολιτείες βελτιώνοντας σημαντικά τις σχέσεις της χώρας μας με την Αμερική. Την ίδια περίοδο, η Ελλάδα πέτυχε την είσοδό της στην Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση (ευρωπαϊκός οργανισμός συνεργασίας για την άμυνα και την ασφάλεια), ενώ τέθηκαν οι βάσεις για την ενιαία νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της Ο.Ν.Ε.
Στο θέμα της FYROM, η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνέπεσε με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας που επέφερε την ανεξαρτητοποίηση της έως τότε γιουγκοσλαβικής επαρχίας ονομαζόμενης Μακεδονία, η οποία διεκδικούσε την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Δυστυχώς αρχικά το θέμα χειρίστηκε ο υπουργός Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς, τον οποίο ευτυχώς απομάκρυνε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης τον Απρίλιο του 1992, αναλαμβάνοντας προσωπικά το Υπουργείο των Εξωτερικών. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης πέτυχε να πείσει την Ευρωπαϊκή Ένωση στη Σύνοδο της Λισαβόνας να υιοθετήσει πλήρως τις ελληνικές θέσεις. Οι ΗΠΑ και η Ρωσία παρά την απόφαση της Συνόδου της Λισαβόνας επέμεναν στην εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, αρχή της οποίας ήταν η είσοδος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας στον Ο.Η.Ε. με το προσωρινό όνομα «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» (Π.Γ.Δ.Μ - F.Y.R.O.M).
Το τέλος της Πρωθυπουργίας Μητσοτάκη επήλθε τον Οκτώβριο του ’93, όπου έγιναν πρόωρες εκλογές, αφού πρώτα ο «δεν-τον-ξέρει-η-μάνα-του» και προσκείμενος στο Σαμαρά βουλευτής του Κιλκίς Γιώργος Σιμπιλίδης ήρε την εμπιστοσύνη του στην κυβέρνηση ανεξαρτητοποιούμενος με κατεύθυνση τη νεοϊδρυθείσα »Πολιτική Άνοιξη» του Αντώνη Σαμαρά. Σύμφωνα πάντως με τον ίδιο τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη η κυβέρνηση της Ν. Δ. ανετράπη διότι αρνήθηκε να δώσει τις ψηφιακές παροχές στην κοινοπραξία Siemens – Intracom.
Υ.Γ. 1: Το επίθετο Μητσοτάκης προέρχεται από τη λέξη μιτσός, που στην κρητική ντοπιολαλιά σημαίνει το μικρό παιδί, το πιτσιρίκι. Κανονικά έπρεπε να γράφεται Μιτσοτάκης.
Υ.Γ. 2: Ελπίζω να μην παρεκτράπην υπερβολικά λόγω προσωπικού θαυμασμού προς τον Επίτιμο.
Υ.Γ. 3: Βασικές πηγές του άρθρου η wikipedia και άρθρο του Αθ. Παπανδρόπουλου που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Εστία.
Υ.Γ. 4: Αν εντοπίσετε κάποιο λάθος στο παραπάνω, παρακαλώ ειδοποιήστε με, μέσα από τα σχόλια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου